Σκάρος

Ο Γιώργος Κοκκώνης (2017: 135-136), ερευνώντας "το άγνωστο αυτό κεφάλαιο των δημιουργικών συνομιλιών μεταξύ πολλαπλών εθνοπολιτισμικών ομάδων, που παραμένουν ακόμα σε μεγάλο βαθμό αδιερεύνητες" και επιχειρώντας "μια πρώτη προσέγγιση της διείσδυσης των λαϊκών μουσικών παραδόσεων της Ρουμανίας στις ελληνικές αντίστοιχες, με βάση τις δισκογραφικές πηγές" εστιάζει "σε τρεις κυρίως μουσικές φόρμες: τη χόρα, τη σίρμπα και την ντόινα, οι οποίες είτε διατήρησαν την πρωτότυπη ονοματολογία, είτε την παράλλαξαν: έτσι, σταδιακά η χόρα προσδιορίστηκε ελληνιστί ως χασάπικο, η σίρμπα ως σέρβικο ή χασαποσέρβικο και η ντόινα ως σκάρος και σε κάποιες περιπτώσεις ως τζαμάρα".
Ειδικότερα για την ντόινα και τη σχέση με τον σκάρο αναφέρει: (ό.π., σελ. 152-155): «η ντόινα δεν συνέχει τις μουσικές κουλτούρες της Ελλάδας και της Ρουμανίας με τον ευρύ τρόπο που είδαμε πιο πάνω, αλλά παραπέμπει εκατέρωθεν σε μια συγκεκριμένη ταυτότητα, που σχετίζεται με τον ορει­νό κτηνοτροφικό χώρο. Στην Ελλάδα αυτός συνδέεται με τους Βλάχους.
Ως αμιγώς φωνητική έκφραση η ντόινα είναι ταυτισμένη με τα τραγούδια των χαϊντούκ. Στην Ελλάδα, αντίστοιχα υφολογικά στοιχεία εντοπίζονται σε μεγάλο βαθμό στο κλέφτικο φωνητικό τραγούδι, τόσο στο πεδίο της ρυθμολογικής συγκρότησης (εκτέλεση πάντα σε ελεύθερο ρυθμό), όσο και σε αυτό της μελωδικής ανάπτυξης (χρήση τυποποιημένων φράσεων και καλλωπισμών). Στην ελληνική δισκογραφία ωστόσο η λέξη ντόινα περιγράφει αποκλειστικά οργανικά κομμάτια, τα οποία βέβαια εμφανίζουν τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά. [...]
Στην ελληνική δισκογραφία, με χώρο αναφοράς αυτόν της υπαίθρου και ιδιαίτερα την Ήπειρο, την ντόινα υποκαθιστά ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ο σκάρος. Αρχαίας ετυμολογίας, η λέξη αυτή που σημαίνει την νυχτερινή βοσκή παραπέμπει σαφέστατα στο κτηνοτροφικό πλαίσιο, στους Βλάχους, ενώ ως δομή και φρασεολογία θυμίζει το κλέφτικο τραγούδι. "Βλάχικο" και "κλέφτικο" γίνονται έτσι οριστικά μέρος του ειδολογικού λεξιλογίου.
Σκάρους ηχογράφησαν όλοι οι Ηπειρώτες δεξιοτέχνες του κλαρίνου, τους οποίους ακολούθησαν οι ομότεχνοί τους της υπόλοιπης Ελλάδας. Στην Ήπειρο και στην Νότια Αλβανία, το είδος αυτό είναι το μόνο, μαζί με το οργανικό μοιρολόι, που επιτρέπει επίδειξη δεξιοτεχνίας διά της μελωδικής ανάπτυξης όχι μόνο στον πρωταγωνιστή, δηλαδή το κλαρίνο, αλλά και στα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας (βιολί, λαούτο). Φόρμα εμβληματική για τον αγροτικό χώρο, η ντόινα πρέπει να διείσδυσε πολύ νωρίς, όπως μαρτυρά η ταύτισή της με δύο παλιότερα όργανα, την φλογέρα και την μεταλλική εκδοχή της στην Ήπειρο, τη τζαμάρα. Εξ αυτού και ο χαρακτηρισμός "τζαμάρα" αντί για "ντόινα" σε τίτλους ηχογραφήσεων της φόρμας αυτής από δεξιοτέχνες λαϊκούς μουσικούς εντός και εκτός Ηπείρου».
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται "Ηπειρώτικο".

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Οργανικό
Τραγουδιστές:
Οργανικό
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Λαϊκή Ορχήστρα, κλαρίνο (Χαρισιάδης Κίτσος)
Χρονολογία ηχογράφησης:
1930
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Εκδότης:
Columbia Ελλάδος
Αριθμός καταλόγου:
DG 61
Αριθμός μήτρας:
G 56
Διάρκεια:
3:04
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_DG61_Skaros
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Σκάρος", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=9762

Ο Γιώργος Κοκκώνης (2017: 135-136), ερευνώντας "το άγνωστο αυτό κεφάλαιο των δημιουργικών συνομιλιών μεταξύ πολλαπλών εθνοπολιτισμικών ομάδων, που παραμένουν ακόμα σε μεγάλο βαθμό αδιερεύνητες" και επιχειρώντας "μια πρώτη προσέγγιση της διείσδυσης των λαϊκών μουσικών παραδόσεων της Ρουμανίας στις ελληνικές αντίστοιχες, με βάση τις δισκογραφικές πηγές" εστιάζει "σε τρεις κυρίως μουσικές φόρμες: τη χόρα, τη σίρμπα και την ντόινα, οι οποίες είτε διατήρησαν την πρωτότυπη ονοματολογία, είτε την παράλλαξαν: έτσι, σταδιακά η χόρα προσδιορίστηκε ελληνιστί ως χασάπικο, η σίρμπα ως σέρβικο ή χασαποσέρβικο και η ντόινα ως σκάρος και σε κάποιες περιπτώσεις ως τζαμάρα".
Ειδικότερα για την ντόινα και τη σχέση με τον σκάρο αναφέρει: (ό.π., σελ. 152-155): «η ντόινα δεν συνέχει τις μουσικές κουλτούρες της Ελλάδας και της Ρουμανίας με τον ευρύ τρόπο που είδαμε πιο πάνω, αλλά παραπέμπει εκατέρωθεν σε μια συγκεκριμένη ταυτότητα, που σχετίζεται με τον ορει­νό κτηνοτροφικό χώρο. Στην Ελλάδα αυτός συνδέεται με τους Βλάχους.
Ως αμιγώς φωνητική έκφραση η ντόινα είναι ταυτισμένη με τα τραγούδια των χαϊντούκ. Στην Ελλάδα, αντίστοιχα υφολογικά στοιχεία εντοπίζονται σε μεγάλο βαθμό στο κλέφτικο φωνητικό τραγούδι, τόσο στο πεδίο της ρυθμολογικής συγκρότησης (εκτέλεση πάντα σε ελεύθερο ρυθμό), όσο και σε αυτό της μελωδικής ανάπτυξης (χρήση τυποποιημένων φράσεων και καλλωπισμών). Στην ελληνική δισκογραφία ωστόσο η λέξη ντόινα περιγράφει αποκλειστικά οργανικά κομμάτια, τα οποία βέβαια εμφανίζουν τα δύο παραπάνω χαρακτηριστικά. [...]
Στην ελληνική δισκογραφία, με χώρο αναφοράς αυτόν της υπαίθρου και ιδιαίτερα την Ήπειρο, την ντόινα υποκαθιστά ήδη από τις πρώτες δεκαετίες του 20ού αιώνα ο σκάρος. Αρχαίας ετυμολογίας, η λέξη αυτή που σημαίνει την νυχτερινή βοσκή παραπέμπει σαφέστατα στο κτηνοτροφικό πλαίσιο, στους Βλάχους, ενώ ως δομή και φρασεολογία θυμίζει το κλέφτικο τραγούδι. "Βλάχικο" και "κλέφτικο" γίνονται έτσι οριστικά μέρος του ειδολογικού λεξιλογίου.
Σκάρους ηχογράφησαν όλοι οι Ηπειρώτες δεξιοτέχνες του κλαρίνου, τους οποίους ακολούθησαν οι ομότεχνοί τους της υπόλοιπης Ελλάδας. Στην Ήπειρο και στην Νότια Αλβανία, το είδος αυτό είναι το μόνο, μαζί με το οργανικό μοιρολόι, που επιτρέπει επίδειξη δεξιοτεχνίας διά της μελωδικής ανάπτυξης όχι μόνο στον πρωταγωνιστή, δηλαδή το κλαρίνο, αλλά και στα υπόλοιπα όργανα της ορχήστρας (βιολί, λαούτο). Φόρμα εμβληματική για τον αγροτικό χώρο, η ντόινα πρέπει να διείσδυσε πολύ νωρίς, όπως μαρτυρά η ταύτισή της με δύο παλιότερα όργανα, την φλογέρα και την μεταλλική εκδοχή της στην Ήπειρο, τη τζαμάρα. Εξ αυτού και ο χαρακτηρισμός "τζαμάρα" αντί για "ντόινα" σε τίτλους ηχογραφήσεων της φόρμας αυτής από δεξιοτέχνες λαϊκούς μουσικούς εντός και εκτός Ηπείρου».
Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται "Ηπειρώτικο".

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Οργανικό
Τραγουδιστές:
Οργανικό
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Λαϊκή Ορχήστρα, κλαρίνο (Χαρισιάδης Κίτσος)
Χρονολογία ηχογράφησης:
1930
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα
Εκδότης:
Columbia Ελλάδος
Αριθμός καταλόγου:
DG 61
Αριθμός μήτρας:
G 56
Διάρκεια:
3:04
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Col_DG61_Skaros
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Σκάρος", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=9762

Σχετικά τεκμήρια

Δείτε επίσης