Ομολογίες

Το τραγούδι, που εμφανίζεται αρκετές φορές στη δισκογραφία των 78 στροφών με παραλλαγές στους στίχους, βασίζεται σε μια από τις παλαιότερες παραδοσιακές μελωδίες και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Δημιουργήθηκε μετά την άφιξη 1.230.000 Ελλήνων της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα. Οι κυβερνήσεις της εποχής μοίρασαν στους πρόσφυγες έναντι μέρους της ανταλλάξιμης περιουσίας ομολογίες, που κατά τη δεκαετία του 1930 έχασαν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους.

Ανταλλάξιμη περιουσία ονομάσθηκε η περιουσία των μουσουλμάνων που αποχώρησαν από την Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Η περιουσία αυτή έπρεπε να εκποιηθεί και το τίμημα να μοιραστεί από το ελληνικό κράτος στους Έλληνες πρόσφυγες ως αποζημίωση, σε αντάλλαγμα της περιουσίας που εγκατέλειψαν στη Μικρά Ασία. Όμως υπολογίζεται ότι ούτε το 17% δεν αποδόθηκε στους δικαιούχους.

Περισσότερα για τις ομολογίες βλ. Η αποζημίωση των προσφύγων (σελ. 18-21) στη διπλωματική εργασία της Έλλης Ασημακοπούλου "Μικρασιάτες Πρόσφυγες: η ένταξη και η εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου" (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Βόλος 2013-2014).

Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται «Ρεμπέτικο». Συχνά, στο γλωσσάρι των ρεμπετόφιλων ο όρος «ρεμπέτικο» ταυτίζεται με πολύ συγκεκριμένες προδιαγραφές. Το ρεμπέτικο έχει ταυτιστεί με τον Πειραιά, και σημαία του αποτελεί το μπουζούκι. Από την άλλη, συχνά στην δημόσια σφαίρα αναφέρεται και η σχολή του «σμυρνέικου ρεμπέτικου», είτε ως μια κατηγοριοποίηση του είδους, είτε ως ο πρόδρομός του. Και όμως, η ιστορική δισκογραφία, δηλαδή τα δισκάκια που ξεκίνησαν να ηχογραφούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα σε όλον τον κόσμο, με πρωτόγονο εξοπλισμό και τεχνικές, φανερώνουν μια διαφορετική πραγματικότητα. Η έρευνα σε αυτά τα τεκμήρια της ιστορικής δισκογραφίας φανερώνει πως ο όρος «ρεμπέτικο» ξεκινάει να τυπώνεται στις ετικέτες των δίσκων περίπου το 1912, σε ελληνικές ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Μέχρι στιγμής, έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 80 ηχογραφήματα, στην ετικέτα των οποίων αναγράφεται ο όρος. Δύο είναι τα εντυπωσιακά στοιχεία: αφενός, οι ηχογραφήσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν την δεκαετία του 1910, του 1920 και του 1930. Ο Βαμβακάρης ξεκινάει να ηχογραφεί στην Αθήνα το 1933. Άρα, δεν μπορεί να ταυτιστεί, εύκολα και αποκλειστικά, η δική του δισκογραφική καριέρα με τον όρο. Τουναντίον, η λέξη «ρεμπέτικο» αρχίζει και εξαφανίζεται από τις ετικέτες, μετά το 1933. Αφετέρου, μια ακρόαση των μουσικών έργων που χαρακτηρίστηκαν στην ετικέτα ως «ρεμπέτικα», ξαφνιάζει. Κανένα από αυτά τα ηχογραφήματα δεν περιέχει μπουζούκι. Επιπλέον, ένα κομμάτι των μουσικών έργων δεν «κοιτάζει» στα ανατολικά. Συνολικά, τα μέχρι τώρα ευρήματα αφορούν ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, στην Αθήνα, τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο. Φαίνεται πως ο όρος υπήρξε μάλλον επινόηση της δισκογραφίας, της πρώιμης αυτής βιομηχανίας του ήχου, της οποίας οι αποφάσεις καθόρισαν πολλές φορές τις εξελίξεις, σχετικά με το ιστορικό αυτό ρεπερτόριο και τον τρόπο με τον οποίο αυτό έφτασε στα αυτιά μας.

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Άγνωστος
Τραγουδιστές:
Πωλ [Γαδ Λεοπόλδος]
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Μανδολινάτα
Χρονολογία ηχογράφησης:
09/10/1928
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα (;)
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Homocord
Αριθμός καταλόγου:
G. 4-32061
Αριθμός μήτρας:
G 854
Διάρκεια:
2:56
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Homo_G4_32061_Omologies
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Ομολογίες", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=5235

Το τραγούδι, που εμφανίζεται αρκετές φορές στη δισκογραφία των 78 στροφών με παραλλαγές στους στίχους, βασίζεται σε μια από τις παλαιότερες παραδοσιακές μελωδίες και γνώρισε μεγάλη επιτυχία. Δημιουργήθηκε μετά την άφιξη 1.230.000 Ελλήνων της Μικράς Ασίας στην Ελλάδα. Οι κυβερνήσεις της εποχής μοίρασαν στους πρόσφυγες έναντι μέρους της ανταλλάξιμης περιουσίας ομολογίες, που κατά τη δεκαετία του 1930 έχασαν το μεγαλύτερο μέρος της αξίας τους.

Ανταλλάξιμη περιουσία ονομάσθηκε η περιουσία των μουσουλμάνων που αποχώρησαν από την Ελλάδα με τη Συνθήκη της Λωζάννης (1923). Η περιουσία αυτή έπρεπε να εκποιηθεί και το τίμημα να μοιραστεί από το ελληνικό κράτος στους Έλληνες πρόσφυγες ως αποζημίωση, σε αντάλλαγμα της περιουσίας που εγκατέλειψαν στη Μικρά Ασία. Όμως υπολογίζεται ότι ούτε το 17% δεν αποδόθηκε στους δικαιούχους.

Περισσότερα για τις ομολογίες βλ. Η αποζημίωση των προσφύγων (σελ. 18-21) στη διπλωματική εργασία της Έλλης Ασημακοπούλου "Μικρασιάτες Πρόσφυγες: η ένταξη και η εγκατάστασή τους στη Θεσσαλονίκη του Μεσοπολέμου" (Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Τμήμα Ιστορίας, Αρχαιολογίας και Κοινωνικής Ανθρωπολογίας, Βόλος 2013-2014).

Στην ετικέτα του δίσκου αναγράφεται «Ρεμπέτικο». Συχνά, στο γλωσσάρι των ρεμπετόφιλων ο όρος «ρεμπέτικο» ταυτίζεται με πολύ συγκεκριμένες προδιαγραφές. Το ρεμπέτικο έχει ταυτιστεί με τον Πειραιά, και σημαία του αποτελεί το μπουζούκι. Από την άλλη, συχνά στην δημόσια σφαίρα αναφέρεται και η σχολή του «σμυρνέικου ρεμπέτικου», είτε ως μια κατηγοριοποίηση του είδους, είτε ως ο πρόδρομός του. Και όμως, η ιστορική δισκογραφία, δηλαδή τα δισκάκια που ξεκίνησαν να ηχογραφούνται από τα τέλη του 19ου αιώνα σε όλον τον κόσμο, με πρωτόγονο εξοπλισμό και τεχνικές, φανερώνουν μια διαφορετική πραγματικότητα. Η έρευνα σε αυτά τα τεκμήρια της ιστορικής δισκογραφίας φανερώνει πως ο όρος «ρεμπέτικο» ξεκινάει να τυπώνεται στις ετικέτες των δίσκων περίπου το 1912, σε ελληνικές ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη. Μέχρι στιγμής, έχουν εντοπιστεί τουλάχιστον 80 ηχογραφήματα, στην ετικέτα των οποίων αναγράφεται ο όρος. Δύο είναι τα εντυπωσιακά στοιχεία: αφενός, οι ηχογραφήσεις αυτές πραγματοποιήθηκαν την δεκαετία του 1910, του 1920 και του 1930. Ο Βαμβακάρης ξεκινάει να ηχογραφεί στην Αθήνα το 1933. Άρα, δεν μπορεί να ταυτιστεί, εύκολα και αποκλειστικά, η δική του δισκογραφική καριέρα με τον όρο. Τουναντίον, η λέξη «ρεμπέτικο» αρχίζει και εξαφανίζεται από τις ετικέτες, μετά το 1933. Αφετέρου, μια ακρόαση των μουσικών έργων που χαρακτηρίστηκαν στην ετικέτα ως «ρεμπέτικα», ξαφνιάζει. Κανένα από αυτά τα ηχογραφήματα δεν περιέχει μπουζούκι. Επιπλέον, ένα κομμάτι των μουσικών έργων δεν «κοιτάζει» στα ανατολικά. Συνολικά, τα μέχρι τώρα ευρήματα αφορούν ηχογραφήσεις που πραγματοποιήθηκαν στην Κωνσταντινούπολη, στην Αθήνα, τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο. Φαίνεται πως ο όρος υπήρξε μάλλον επινόηση της δισκογραφίας, της πρώιμης αυτής βιομηχανίας του ήχου, της οποίας οι αποφάσεις καθόρισαν πολλές φορές τις εξελίξεις, σχετικά με το ιστορικό αυτό ρεπερτόριο και τον τρόπο με τον οποίο αυτό έφτασε στα αυτιά μας.

Δημιουργός (Συνθέτης):
Στιχουργός:
Άγνωστος
Τραγουδιστές:
Πωλ [Γαδ Λεοπόλδος]
Ορχήστρα-Εκτελεστές:
Μανδολινάτα
Χρονολογία ηχογράφησης:
09/10/1928
Τόπος ηχογράφησης:
Αθήνα (;)
Γλώσσα/ες:
Ελληνικά
Εκδότης:
Homocord
Αριθμός καταλόγου:
G. 4-32061
Αριθμός μήτρας:
G 854
Διάρκεια:
2:56
Θέση τεκμηρίου:
Δισκοθήκη Αρχείου Κουνάδη
Φυσική περιγραφή:
Δίσκος 10'' (25 εκατοστών)
Προέλευση:
Αρχείο Κουνάδη
Αναγνωριστικό:
Homo_G4_32061_Omologies
Άδεια χρήσης:
cc
Παραπομπή:
Αρχείο Κουνάδη, "Ομολογίες", 2019, https://vmrebetiko.gr/item?id=5235

Σχετικά τεκμήρια

Δείτε επίσης